Τα ελληνικά 10ετή ομόλογα λήξης στις 20 Ιουνίου του 2020, τα οποία είχαν εκδοθεί με επιτόκιο της τάξης του 6,25% πωλούνται στα 65,85 σεντ στο ευρώ την Τρίτη, ημέρα Βατερλό για την ελληνική αγορά ομολόγων. Το επιτόκιο των 10ετών εκτοξεύτηκε στο 12,82% με το spread έναντι των γερμανικών να αυξάνεται κατά 5,52% στις 956 μονάδες βάσης, ενώ τα επιτόκια των 3ετών ελληνικών ομολόγων πλησιάζουν το ευρωπαϊκό ιστορικό υψηλό τους με την τιμή τους να διαμορφώνεται στο 17,41%.

Ads

Η ελληνική κρίση βρίσκεται στο ζενίθ της και αυτό έχει κάνει τα ελληνικά 10ετή ομολόγα φθηνότερα από ποτέ, καθώς πωλούνται πλέον με ‘έκπτωση’ της τάξης του 35%. Μήπως, όμως, αυτό πέρα από το ότι είναι δηλωτικό της ελληνικής χρηματοπιστωτικής τραγωδίας είναι ενδεικτικό και μίας πιθανής ευκαιρίας για το πρώτο βήμα μείωσης του ελληνικού χρέους;

Σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα γνωστά στοιχεία
η καγκελάριος Μέρκελ δεν έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο να επιτραπεί στα κράτη με πρόβλημα χρέους να δανειστούν κεφάλαια από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) ώστε να επαναγοράσουν κρατικά ομόλογα και μάλιστα πρόκειται για μία θέση την οποία η ίδια έχει στηρίξει βρίσκοντας αντίσταση από το εσωτερικό της χώρας της. Αυτό είναι εντελώς διαφορετικό από το να επιτραπεί στο EFSF να αγοράσει και να αποθηκεύσει το ίδιο τα ομόλογα των προβληματικών κρατών, αντικαθιστώντας ουσιαστικά την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και μετατρεπόμενο σε μία ‘κακή τράπεζα’ με απόθεμα σε ‘τοξικά’ ομόλογα εκατοντάδων δις ευρώ, κάτι το οποίο με βάση τα μέχρι σήμερα γνωστά στοιχεία δεν επιθυμεί ούτε η Μέρκελ.

Η επαναγορά κρατικών ομολόγων από τα κράτη από τη μία εξυπηρετεί τα ίδια καθώς τους δίνει τη δυνατότητα να μειώσουν πραγματικά το χρέος τους και από την άλλη ικανοποιεί ένα από τα βασικά σημεία της συνολικής πρότασης Μέρκελ που είναι η συμμετοχή των δανειστών στο κόστος της όποιας λύσης στην ευρωπαϊκή κρίση.

Προκειμένου, όμως, οι δανειστές να δεχτούν να πουλήσουν τα ομόλογα
που κατέχουν θα πρέπει η τιμή στην οποία αυτά θα τους ζητηθούν να είναι συμφέρουσα και κάτι τέτοιο ίσως να μπορεί για πρώτη φορά να επιτευχθεί. Αυτό, γιατί με την αποτίμηση των 10ετών ελληνικών ομολόγων περίπου στα 65 με 66 σεντ στο ευρώ, μία πρόταση για επαναγορά τους στα 75 σεντ στο ευρώ θα πρόσφερε ένα άμεσο κέρδος στους ‘εγκλωβισμένους’ κατόχους τους της τάξης των 9-10 σεντ και θα έδινε, ταυτόχρονα, στην Ελλάδα την ευκαιρία να επαναγοράσει ένα ποσοστό του χρέους της με έκπτωση της τάξης του 25%, κάτι που ουσιαστικά θα σήμαινε την αρχή της διαδικασίας μίας έμμεσης αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους με τη συναίνεση των δανειστών της και τις ευλογίες και τη στήριξη της ΕΕ.

Το πιθανότερο είναι πως η Μέρκελ δε θα μπορέσει να κρατήσει στον απόλυτο βαθμό τη σκληρή στάση της στις διαπραγματεύσεις των δύο συναντήσεων των Ευρωπαίων ηγετών το Μάρτιο. Η Μέρκελ θα πάρει ό,τι έχει ζητήσει αλλά θα κληθεί να δώσει κάτι σε αντάλλαγμα και ένα σενάριο που δεν πρέπει να αποκλειστεί είναι να συμφωνήσει στην αύξηση των πόρων του EFSF – έστω και μέσω της οδού που συνεπάγεται την απώλεια της άριστης πιστοληπτικής του αξιολόγησης – και της αποδοχής της χρήσης του Ταμείου ως πηγή άντλησης κεφαλαίων για την επαναγορά κρατικού χρέους.

Ads

Μία τέτοια εξέλιξη θα απομάκρυνε μερικώς το ενδεχόμενο πτώχευσης και μαζί με αυτό την ανάγκη πληρωμής ασφαλίστρων στους κατόχους ομολόγων που θα μπορούσαν να φτάσουν σε ύψος τα 90 δις δολάρια. Ας μην ξεχνάμε πως ήταν η υποχρέωση καταβολής παρόμοιων ασφαλίστρων που απείλησε με κατάρρευση την AIG και αποτέλεσε ένα από τα χαρακτηριστικότερα γεγονότα της πρόσφατης διεθνούς χρηματιστηριακής κρίσης.

Στην περίπτωση άντλησης 100 δις ευρώ
για την επαναγορά ελληνικών κρατικών ομολόγων το ελληνικό χρέος θα μπορούσε να μειωθεί άμεσα κατά κατά 25 δις ευρώ, ποσό που αν και με μία πρώτη εκτίμηση φαίνεται πολύ μικρό και σε βάθος χρόνου μοιάζει πως δεν αλλάζει κάτι ιδιαίτερο στο δυσθεώρητο ύψος του χρέους, θα αποτελούσε το πρώτο βήμα μίας πραγματικής μείωσης του και θα άνοιγε το δρόμο για τις υπόλοιπες σχετικές διαπραγματεύσεις.

Δεδομένου ότι η ΕΚΤ κρατά περίπου 40 δις ελληνικού χρέους το οποίο θέλει να ‘ξεφορτωθεί’, η επόμενη μεγάλη διαπραγμάτευση θα ήταν τα χρήματα του EFSF να μη χρησιμοποιηθούν για την επαναγορά χρέους από την EKT αλλά κατευθείαν από τους ιδιώτες. Σε αυτήν περίπτωση η Ελλάδα θα μπορούσε να μειώσει το χρέος της κατά 25 δις και να διατηρήσει ‘αποθηκευμένο’ στην ΕΚΤ χρέος ύψους 40 δις ευρώ το οποίο θα μπορούσε να ανταλλαχθεί με ένα swap με ανταλλαγή παλιών με νέα ομόλογα. Η ΕΚΤ θα μπορούσε να κάνει έκπτωση της τάξης του 30% και με αυτόν τον τρόπο από τη μία θα μειωνόταν άμεσα το χρέος κατά επιπλέον 12 δις και από την άλλη θα μεταφερόταν χρέος ύψους 28 δις στο μέλλον, με ορίζοντα 20 ή 30 ετών και με ευνοϊκά επιτόκια.

Έτσι, με δύο δύσκολα αλλά εφικτά βήματα
η Ελλάδα θα μπορούσε να έχει μειώσει το χρέος της κατά 37 δις ευρώ και να έχει μεταφέρει στο 2031 χρέος ύψους 28 δις ευρώ με ευνοϊκά επιτόκια, ‘ελαφρύνοντας’ συνολικά τη σημερινή θέση της κατά 65 δις ευρώ πριν κλείσει το 2011. Το χρηματοπιστωτικό ‘κοκτέιλ’ θα έπρεπε σε τρίτη φάση να συμπληρωθεί με την επιμήκυνση της αποπληρωμής των ελληνικών δανείων από την ΕΕ κατά 20-30 έτη παρέχοντας επιπλέον ανάσα στην Ελλάδα της τάξης των 80 δις κάτι που αν συνοδευόταν και με μείωση των επιτοκίων θα ήταν, φυσικά, ακόμη πιο αποτελεσματικό.

Ακόμη και έτσι,
το ελληνικό πρόβλημα δε θα έχει λυθεί αλλά θα έχει μπει στο σωστό δρόμο αφού το χρέος επιτέλους θα μειώνεται αντί να αυξάνεται και παράλληλα η χρηματοπιστωτική πίεση στην Ελλάδα θα αποκλιμακώνεται αντί να συμβαίνει το αντίθετο. Τα βήματα αυτά μπορούν να έχουν λάβει χώρα μέσα στο 2011 και στο κλείσιμο του έτους η Ελλάδα να έχει για πρώτη φορά από την αρχή της κρίσης ελπίδες για ένα λιγότερο δυσβάσταχτο αύριο.

Του Πάνου Παναγιώτου, χρηματιστηριακού τεχνικού αναλυτή, διευθυντή της GSTA/WTAEC