Μερική απασχόληση, συμβάσεις ορισμένου χρόνου, μη καταβολή δεδουλευμένων, δανεισμός εργαζομένων, μείωση μισθών και συντάξεων, αδήλωτη εργασία, κατάργηση συλλογικών συμβάσεων εργασίας, εκ περιτροπής εργασία… χαρακτηριστικά της εργασίας στην Ελλάδα του 2011, που από την εξαίρεση τείνουν να αποτελέσουν τον κανόνα. Κι όλα αυτά σε συνδυασμό με μια ανεργία που «καλπάζει» προς το 22%, καθιστώντας πολύ πιο ευάλωτη τη θέση των εργαζομένων που νιώθουν ότι δεν έχουν πλέον έστω και τη στοιχειώδη προστασία.

Ads

Με πρόσχημα την οικονομική κρίση, τα εργασιακά δικαιώματα στην Ελλάδα αποδυναμώνονται διαρκώς. Στοιχεία του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας (ΣΕΠΕ) για το πρώτο δίμηνο του 2011 κάνουν λόγο για κυριαρχία των ελαστικών μορφών εργασίας και μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης, οι οποίες αποτελούν πλέον την πλειονότητα, ενώ το αντίστοιχο διάστημα του 2010 αποτελούσαν το 46,2%. Οι συμβάσεις πλήρους απασχόλησης των προηγούμενων ετών που μετατράπηκαν στη διάρκεια του 2011 σε συμβάσεις μερικής απασχόλησης παρουσιάζουν αύξηση 199,15%, ενώ το 21% των νέων συμβάσεων είναι συμβάσεις εκ περιτροπής απασχόλησης. Την ίδια στιγμή, καταγράφεται μείωση των προσλήψεων καθώς οι επιχειρήσεις που προχώρησαν στη σύναψη νέων συμβάσεων εργασίας ήταν λιγότερες κατά 10,32%, σε σχέση με το προηγούμενο έτος.

Σε πρόσφατες δηλώσεις του, ο ειδικός γραμματέας του Σ.ΕΠ.Ε., Μιχάλης Χάλαρης τόνισε πως η αδήλωτη εργασία στην Ελλάδα αντιστοιχεί στο 20% του ΑΕΠ, γεγονός που την κατατάσσει δεύτερη μεταξύ των μελών των 27 χωρών της Ε.Ε. Η πλειονότητα των αδήλωτων εργαζομένων ανήκει στις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες (άνεργοι, αυτοαπασχολούμενοι, εποχικοί και μετανάστες), οι οποίες δεν έχουν οικεία δύναμη να διαπραγματευθούν τους όρους και τις συνθήκες εργασίας τους.

Παράλληλα, το 30% των επιχειρήσεων καθυστερεί να καταβάλει το τελευταίο διάστημα από 1 έως 4 μισθούς. Πάνω από τις μισές καταγγελίες εργαζομένων στο Σώμα για παραβίαση της εργατικής νομοθεσίας το 2010 αφορούσαν μη καταβολή δεδουλευμένων και το 25% καταγγελίες συμβάσεων (απολύσεις).

Ads

«Δυστυχώς, οι εξελίξεις στο χώρο του εργατικού αλλά και του ασφαλιστικού συνταξιοδοτικού δικαίου – και το κυριότερο σε επίπεδο καθημερινότητας – σταθερά βαίνουν προς δυσμενέστερες εξελίξεις. Αναφέρομαι και στο χώρο του ατομικού εργατικού δικαίου, όπου έχουμε μία χειροτέρευση της θέσης του εργαζόμενου, με την καθιέρωση ελαστικών σχέσεων εργασίας, οι οποίες από εξαίρεση έχουν γίνει κανόνας με τη μορφή της part time απασχόλησης, του δανεισμού εργαζομένων, των συμβάσεων ορισμένου χρόνου, των ψευδεπίγραφων συμβάσεων δήθεν έργου ή κατάρτισης και μαθητείας. Αλλά και στο χώρο του συλλογικού εργατικού δικαίου, όπου χειρότερη εξέλιξη της τελευταίας περιόδου αποτελεί η κατάργηση στην πράξη των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και τη δυνατότητα των εργοδοτών να επιβάλλουν μονομερώς χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των συνδικαλιστικών οργανώσεων και των εργαζομένων, σύστημα εκ περιτροπής εργασίας. Να επιβάλλουν δηλαδή ωράριο απασχόλησης όπως το επιλέγουν αυτοί, περισσότερες ώρες με χαμηλότερες αποδοχές», υπογραμμίζει στο tvxs.gr o εργατολόγος Δημήτρης Περπατάρης.

Και η ανεργία «καλπάζει» προς το 22%

Η ανεργία θα αγγίξει στα τέλη του τρέχοντος έτους στο 22% και ο αριθμός των ανέργων θα ξεπεράσει τα 1,2 εκατομμύρια, ενώ η όποια αναθεώρηση θα γίνει προς τα πάνω, εκτιμά το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, αποκλείοντας παράλληλα το ενδεχόμενο μείωσης της ανεργίας στα επίπεδα του 2008 (7,8%), τουλάχιστον έως το 2022-23. «Με τις υφιστάμενες πολιτικές απασχόλησης δεν έχουμε απόδοση σε αυτό που επιδιώκουμε, δηλαδή την μείωση της ανεργίας», ανέφερε στη Βουλή ο επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, Σάββας Ρομπόλης.

Κληθείς πρόσφατα από το tvxs.gr να σχολιάσει το ολοένα και πιο «μουντό τοπίο» της απασχόλησης στην Ελλάδα, ο υφυπουργός Εργασίας, Βασίλης Κεγκέρογλου, καταρχάς αναγνωρίζει πως «τα στοιχεία του Οκτωβρίου επιβεβαιώνουν την αύξηση της ανεργίας ως την πρώτη μεγάλη αρνητική συνέπεια της κρίσης που βιώνει ο τόπος». Ωστόσο, χαρακτηρίζει ρεαλιστικό στόχο την «ανάσχεση της ανεργίας μέσα από την επεξεργασία και υλοποίηση των προγραμμάτων ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης». Στηριζόμενος στον αρχικό υπολογισμό του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ για το 2011 ( 18% ανεργία), εκτιμά ότι το υπουργείο θα καταφέρει να συγκρατήσει τους άνεργους στο 14,5% του πληθυσμού («1 εκατ. Άνεργους»).

Κατά τον κ. Περπατάρη, πάντως, η γενικευμένη ανεργία αποτελεί «μια απειλή και μια πραγματικότητα που κάνει δυστυχώς πολύ πιο ευάλωτη τη θέση του κάθε εργαζόμενου, καθώς τον κάνει να αποδέχεται εκβιαζόμενος τέτοιους όρους απασχόλησης. Στην πραγματικότητα θεωρώ ότι έχουμε γυρίσει πολλές δεκαετίες πίσω και με ευθύνη της νομοθετικής πρωτοβουλίας της κυβέρνησης, η οποία σε διάφορα κρίσιμα ζητήματα και των ατομικών και των συλλογικών σχέσεων πριμοδότησε νομοθετικά την ελαστικοποίηση, με συνέπεια πάρα πολύ εργαζόμενοι να νιώθουν ότι δεν έχουν έστω και τη στοιχειώδη προστασία».

Ο ίδιος δεν εμφανίζεται αισιόδοξος, επισημαίνοντας πως «φοβάμαι ότι θα ζήσουμε ακόμα δυσκολότερες και αρνητικότερες εξελίξεις από άποψη στοιχειωδών δικαιωμάτων και νομίζω αυτός ο κατήφορος έχει αρχίσει να θίγει ακόμη και το σκληρό πυρήνα των δικαιωμάτων, ακόμη και των συνταγματικά κατοχυρωμένων. Αν σκεφτεί κανείς ότι πλέον ούτε δεδομένη είναι η απασχόληση ούτε η αμοιβή της ούτε το δικαίωμα στην ασφάλιση και στη σύνταξη. Όλα έχουν αμφισβητηθεί για χιλιάδες εργαζόμενους, ακόμα και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και φοβάμαι ότι αμφισβητούνται ακόμα περισσότερο».

Ευρωβαρόμετρο, που δόθηκε στη δημοσιότητα στις Βρυξέλλες τον περασμένο Ιανουάριο, ανέφερε ότι 3 στους 4 Έλληνες θεωρούν ότι «τα χειρότερα έπονται», σε ότι αφορά τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στην απασχόληση. Οι Έλληνες εμφανίζονται -περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο Eυρωπαίο – απαισιόδοξοι για τις επιπτώσεις της κρίσης στην απασχόληση. Ακόμη, μόλις το 22% θεωρεί ότι οι επιπτώσεις αυτές έχουν κορυφωθεί (42% στην ΕΕ).

«Αντιμέτωποι με πρωτόγνωρα προβλήματα»

Οι εργαζόμενοι αντιδρούν, προσπαθώντας να διασώσουν τις κατακτήσεις αιώνων. Μαζική συμμετοχή σε απεργίες, δυναμικές κινητοποιήσεις που λαμβάνουν χώρα πλέον σε σχεδόν καθημερινό επίπεδο. Δέκα κοινωνικοί φορείς και 22 φυσικά πρόσωπα έχουν προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά του μνημονίου, ζητώντας ακύρωση των αποφάσεων, με τις οποίες μειώθηκαν οι αμοιβές των εργαζομένων στον στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα και καθορίστηκε η εισοδηματική πολιτική της κυβέρνησης για το 2010. Η ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ προσέφυγε επίσης κατά του μνημονίου στην Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, καθώς και στο Διεθνές Γραφείο Εργασίας. Η μία προσφυγή αφορά την κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και η δεύτερη τη μείωση μισθών και συντάξεων. Σύμφωνα με τον κ. Περπατάρη, όμως, «δεν μπορεί να πει κάποιος ότι είναι ευχαριστημένος από το βαθμό συντονισμού και διεκδίκησης έστω για τη διαφύλαξη βασικών δικαιωμάτων από την πλευρά του συνδικαλιστικού κινήματος της χώρας μας».

Όπως επισημαίνει ο εργατολόγος, «το συνδικαλιστικό κίνημα αντιμετωπίζει πρωτόγνωρα προβλήματα και διλήμματα και θα πρέπει οπωσδήποτε να ανταποκριθεί. Δεν βλέπω κανέναν άλλο τρόπο στο να μπορέσει να αποτελέσει μια σύγχρονη και αποτελεσματική απάντηση που θα συσπειρώνει τους εργαζόμενους και τους ανέργους παρά μόνο αν λειτουργήσει αυτόνομα από πολιτικές και άλλες προτεραιότητες και σκοπιμότητες, αγκαλιάζοντας στις τάξεις του νέους εργαζόμενους και νέους ανέργους, για παράδειγμα χιλιάδες συμβασιούχους, αλλοδαπούς που εργάζονται υπό καθεστώς ανασφάλιστης εργασίας, εργαζόμενους υπό καθεστώς μερικής ή part time απασχόληση, διότι διαφορετικά δεν θα μπορέσει να εμποδίσει τα σχέδια αυτά. Επομένως όλες οι επιλογές και οι αποφάσεις θα λαμβάνονται ερήμην του».