Καθώς συμπληρώνονται δέκα χρόνια από την 11η Σεπτεμβρίου 2001, το tvxs.gr συνομίλησε με ακαδημαϊκούς και συγγραφείς για τη σημασία της επίθεσης στους Δίδυμους Πύργους. Στο ερώτημα «Πόσο άλλαξε η Αμερική -και ίσως όλος ο πλανήτης- μετά την 11η Σεπτεμβρίου;» το οποίο έθεσε η Κρυσταλία Πατούλη, απαντά σήμερα ο καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας, Κώστας Βεργόπουλος.

Ads

Κατ’ αρχήν, σημειώνω το περίεργο σημείο, ότι αυτό το γεγονός εντάχθηκε στην οικονομική πορεία της Αμερικής κατά την πρόσφατη δεκαετία, με μείζονες κοινωνικές και ιδεολογικές προεκτάσεις.

Τι συνέβαινε πριν την 11η Σεπτεμβρίου

Το βασικό χαρακτηριστικό, είναι ότι ακριβώς το έτος που προηγήθηκε της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, δηλαδή το 2000, η αμερικανική οικονομία βρισκόταν ήδη σε συνθήκες τρομακτικής κατάρρευσης, από την κρίση των λεγόμενων τεχνολογικών αξιών (του διαδικτύου και των νέων τεχνολογιών) του Nasdaq. Επίσης στη Wall Street είχε σημειωθεί μείζων πτώση, με την οποία ήδη είχαν καταστραφεί μέχρι τα δυο τρίτα των αποταμιεύσεων των αμερικανικών νοικοκυριών.
Υπέβοσκε, λοιπόν, άμεσα, η απειλή βαθύτερης κρίσης προς την άβυσσο.
Αυτό και μόνο το ενδεχόμενο, αποτελούσε ήδη τον εφιάλτη της αμερικανικής, όχι μόνον οικονομίας, αλλά και κοινωνίας.

Με την 11η Σεπτεμβρίου, η αμερικανική κυβέρνηση βρήκε αυτό που ζητούσε, την αιτία που δικαιολόγησε νέα γραμμή πλεύσης. Ο πρόεδρος Μπους έδρασε υπό την επήρεια αυτού του εφιάλτη, προκειμένου να τον εξορκίσει, επιρρίπτοντας μάλιστα τις ευθύνες γι’αυτο σε ξένους παράγοντες. Είτε με το να θολώσει τα νερά, είτε με το να εφεύρει εχθρούς και βαρβάρους, είτε με το να φανατίσει, είτε να ξεσηκώσει εκστρατεία για τη σωτηρία του κόσμου. Ο αμερικανικός εφιάλτης αφορούσε βέβαια ολόκληρη την Αμερική, αλλά και ιδιαίτερα τον νεοεκλεγέντα πρόεδρο Μπους και την ομάδα νεοσυντηρητικών που συσπείρωσε γύρω του, οι οποίοι επιδόθηκαν σε ρεσιτάλ φαντασίας, προκειμένου να συγκαλυφθεί και να λησμονηθεί ο εφιάλτης.

Μετά την 11η Σεπτεμβρίου

Μέσα σε αυτό το κλίμα, χρησιμοποιήθηκε και το γεγονός της 11ης Σεπτεμβρίου, με σκοπό ιδεολογικού αντιπερισπασμού, αλλά και ενδεχόμενης διάνοιξης νέας οικονομικής διεξόδου για την οικονομία, που έπεφτε ήδη σε μαρασμό. Σε αυτή τη λογική, τρία στοιχεία μέτρησαν:
1. Ο τριπλασιασμός των στρατιωτικών δαπανών.
2. Η εκτίναξη του δημοσιονομικού και του εξωτερικού ελλείμματος.
3. Η εξαπόλυση πολεμικών επιχειρήσεων, π.χ. στο Ιράκ το 2003, εν ονόματι του πολέμου κατά της τρομοκρατίας, παρόλο που αυτή η χώρα ουδεμία σχέση είχε με την τρομοκρατία, ή στο Αφγανιστάν.

Όλα αυτά, έγιναν για να συγκαλυφθεί η οικονομική κατάρρευση
, αλλά και με την ιδέα ότι θα μπορούσε να δοθεί κάποια αναθέρμανση της οικονομίας, να βγει από τη μεγάλη πτώση στην οποία είχε περιέλθει.

Ads

Ξεκινά η ατελείωτη υπερχρέωση

Όμως το χαρακτηριστικό όλων αυτών, υπό την διεύθυνση του Γκρίνσπαν, προέδρου της FED, ήταν η κατ’ επίφαση τήρηση του μονεταριστικού δόγματος. Δεν χρησιμοποιήθηκε η έκδοση νέου νομίσματος (δολαρίου), ενώ έγινε αποκλειστικά, ή κατά κύριο λόγο, προσφυγή στον δανεισμό και ιδίως από το εξωτερικό. Με αυτόν τον τρόπο, δημιουργήθηκε μία πελώρια πιστωτική φούσκα με σκοπό την αναθέρμανση της αμερικανικής οικονομίας.

Η φούσκα σπάζει

Το αποτέλεσμα αυτής της ιστορίας, φάνηκε πέντε χρόνια μετά, το 2008, όταν άρχισε να σπάζει η πιστωτική φούσκα. Η Αμερική είχε παραδοθεί δέσμια στη δυναμική της υπερχρέωσης, για να βγει από την ύφεση στην οποία είχε πέσει από το 2000 και μαζί της συμπαρέσυρε ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία. Γιατί το μέγεθος της αμερικανικής οικονομίας είναι καθοριστικό. Είναι παραπάνω από το 25% της παγκόσμιας και αυτό συμπαρασύρει το παγκόσμιο σύνολο.

Η Ελλάδα, είχε μπει στην ίδια λογική, δηλαδή στο να ζούμε με δανεικά, όπως και ολόκληρη η Ευρώπη. Όμως δεν συμβάδισε η πραγματική οικονομία, με αποτέλεσμα η πιστωτική φούσκα να επιταχυνθεί σε σχέση με την πραγματική οικονομία και να μείνει τελικά ακάλυπτη. Κάθε κρίση προέρχεται από τον τρόπο με τον οποίο ξεπερνιέται η προηγούμενη και κάθε έξοδος από κρίση προετοιμάζει την επόμενη.

Η συγκάλυψη του πραγματικού οικονομικού προβλήματος

Με τις πρακτικές που ακολούθησαν οι αμερικάνοι, ψάχνοντας να εφεύρουν ολοκληρωτικούς εχθρούς, προκαλώντας συγκρούσεις με άλλους πολιτισμούς, συγκρούσεις θρησκειών, φονταμενταλισμών, αναπτύχθηκαν φανατισμοί θρησκευτικού τύπου, χιλιασμός, και όλα αυτά για να μην παραδέχονται ότι το πρόβλημα βρισκόταν ήδη μέσα στο σύστημά τους.

Όμως έτσι, με το να συγκαλύπτουν το πρόβλημα, αυτό βαθαίνει διαρκώς και σήμερα ακόμη υποτροπιάζει ακόμη περισσότερο. Επιπλέον, το πραγματικό πρόβλημα συσκοτίζεται, με συνέπεια ότι ισχύει ακόμη, παρά τους διαρκείς δανεισμούς, και διογκώνεται όχι μόνο οικονομικά, αλλά επίσης κοινωνικά και πολιτισμικά.
Ό,τι στην αρχή η εξουσία επικαλείτο προσχηματικά, σήμερα καταντά να λαμβάνει σάρκα και οστά, τα φαντάσματα, τα ζόμπι κυκλοφορούν σήμερα μεταξύ μας και μας επαναφέρουν σε εποχές που θεωρούσαμε οριστικά ξεπερασμένες.
Ωστόσο, το αυτό το πρόβλημα, οδήγησε τελικά και στην πτώση του ίδιου του Μπους, ο οποίος το είχε εγκαταστήσει και το αυτό το μοντέλο έκανε αναπότρεπτη την εμφάνιση του Ομπάμα, ο οποίος έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά από τον προκάτοχο του, παρόλο που τελικά γύρω από το αυτό πλαίσιο περιστρέφεται.

Αντίθετα, ο Ομπάμα, εκτός του ότι ακολουθεί τη μέθοδο να μην αφήνει τον φανατισμό να επεκτείνεται, προσπαθεί επιπλέον, να απεμπλέκεται από τις πολεμικές περιπέτειες, να αποκλιμακώνει την στρατιωτική-πολεμική έξαρση, να μειώνει την εκτίναξη των στρατιωτικών δαπανών, να στρέφει την προσοχή του προς το εσωτερικό και την οικονομία.

Επίσης, φρόντισε και αποκατέστησε την χρήση του εκδοτικού προνομίου, να εκδίδει η χώρα δολάρια αντί δανεισμού από το εξωτερικό. Φυσικά συνεχίζει ακόμη να δανείζεται, αλλά ταυτόχρονα προσφεύγει στην πολιτική της ποσοτικής χαλάρωσης. Δηλαδή εκδίδει κάθε φορά 4 τρις δολάρια ώστε να μετριάσει την εξάρτηση από το εξωτερικό. Όλες οι προηγούμενες αμερικανικές κυβερνήσεις, από την εποχή του Ρήγκαν (1981) είχαν απεμπολήσει το εκδοτικό προνόμιο και αυτό σήμερα θεωρείται απαράκαμπτο για την απεμπλοκή της χώρας από την υπερχρέωση.

Η Αμερική βυθίζεται σε χειρότερη και κολοσσιαία κρίση συμπαρασύροντας ολόκληρο τον πλανήτη

Παρόλες τις αλλαγές του Ομπάμα, όμως, έχουν μείνει τα απομεινάρια της τελευταίας δεκαετίας: οι ιδεολογικά βαρεμένοι, οι οποίοι ονομάζονται «τσάι-παρτάκηδες» της άκρας δεξιάς, άνθρωποι φανατικά ακραίοι και αδιάλλακτοι, οι οποίοι είναι εναντίον της φορολόγησης των πλουσίων, εναντίον της έκδοσης νομίσματος. Βέβαια είναι επίσης εναντίον των ελλειμμάτων και επιδιώκουν γι αυτό την άμεση περικοπή των δημοσίων δαπανών, ιδίως των κοινωνικών δαπανών. Ωστόσο, αν μειωθούν οι δαπάνες, η Αμερική βυθίζεται σίγουρα σε πολύ χειρότερη και κολοσσιαία κρίση. Διότι χάρη στη διατήρηση των δαπανών η Αμερική διατηρείται μέχρι σήμερα σε θετικούς ρυθμούς. Εάν οι δαπάνες περικοπούν, εάν η κοινωνική ασφάλιση που θέσπισε ο Ομπάμα για όλους τους αμερικανούς, καταργηθεί, τότε θα δημιουργηθούν ατέλειωτες στρατιές ανέργων και αστέγων και θεωρείται βέβαιο ότι η οικονομία θα καταρρεύσει.

Καταρρέει η «επιχείρηση» της τελευταίας δεκαετίας

Το ζήτημα είναι ότι η «επιχείρηση» της τελευταίας δεκαετίας έχει καταρρεύσει: ούτε συγκάλυψε τον εφιάλτη, ούτε άνοιξε νέο δρόμο στην οικονομία. Η λύση σήμερα αναζητείται εκ νέου. Η λύση της αντιτρομοκρατικής επαγρύπνησης και εκστρατείας εφόσον δεν έχει επιτύχει, δεν δικαιολογείται να συνεχίζεται σήμερα. Απέτυχε σε όλα τα σημεία και απέμεινε μόνο ο φανατισμός, ο οποίος είναι ξεκάρφωτο ιδεολογικό απομεινάρι, χωρίς μέλλον. Απομένουν οι ακραίοι φανατικοί, οι οποίοι με αυτόν τον φανατισμό τους, θέτουν εμπόδια στον Ομπάμα να προχωρήσει. Με αυτή την έννοια μπορεί να ξαναεμφανιστούν ως «λύση», ενώ δεν είναι λύση, αλλά επιδείνωση του προβλήματος.

Με αυτά τα δεδομένα, το μέλλον παραμένει σκοτεινό. Κι ένας άλλος λόγος είναι ότι ακόμη πιο συντηρητικοί από τους συντηρητικούς της Αμερικής είναι σήμερα οι Ευρωπαίοι. Για παράδειγμα η Γερμανία.

Οι πιο συντηρητικές δυνάμεις στον κόσμο, είναι σήμερα η Κίνα, η Γερμανία, οι ρεπουμπλικάνοι της Αμερικής. Και μοιάζουν σαν να συμμαχούν μεταξύ τους και επιλέγουν την κρίση, την επιδείνωση της κρίσης σε παγκόσμια κλίμακα.
Το παιχνίδι της κρίσης, όπως θα έλεγε ο Μαρξ, είναι πάντα το ίδιο: το μεγάλο χρήμα τρώει το μικρό, η καταστροφή του πλεονάζοντος κεφαλαίου, η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του υπόλοιπου. Η ιστορία δεν έχει σταματήσει, αλλά τραβά τον δρόμο της και ο δρόμος της είναι πάντα και σήμερα ακόμη ο ίδιος. Αυτό είναι το πιο ανησυχητικό, κυρίως για όσους επιμένουν να μην το καταλαβαίνουν και, ακόμη χειρότερα, να μην το αποδέχονται.

Το δόγμα του σοκ προς όφελος του μεγάλου χρήματος

Σήμερα, το χρήμα εξαγοράζει τα πάντα κοψοτιμής. Το μεγάλο σοκ λειτουργεί πάντα προς αποκλειστικό όφελος του μεγάλου χρήματος. Όμως ταυτόχρονα, το σοκ της μεγάλης καταστροφής τροφοδοτεί αναπόφευκτα παντού αντιστάσεις, από τις οποίες εξαρτάται η επόμενη ημέρα για την ανθρωπότητα.

Το γενικότερο κλίμα είναι αυτό του συντηρητισμού και της καταστολής.

Προωθείται η ιδέα της εξουθενωτικής συντριβής του αδύναμου από τον ισχυρό. Κάποτε τα ιδεολογικά πράγματα ήσαν διαφορετικά. Γινόταν αντιληπτό ότι στην κοινωνία όλοι χρειάζονται. Ο καθένας στο μέτρο των δυνάμεών του.

Τώρα έχουμε εγκατασταθεί στη νεοδαρβινική κατανόηση, σύμφωνα με την οποία «μόνο οι ισχυροί μας χρειάζονται». Με συνέπεια όχι μόνον να διαλύονται οι κοινωνίες, αλλά και το γεγονός αυτό να εγκωμιάζεται ως θετικό. Ωστόσο, όταν οι κοινωνίες αποδιαρθρώνονται, την πληρώνουν με τη σειρά τους και οι ισχυροί. Έρχεται η ώρα που την πληρώνουν και αυτοί. Αυτό δεν είναι προφητεία ούτε ευσεβής πόθος. Είναι απλή ιστορική διαπίστωση.

Στην ιστορία, οι ισχυροί εξουθενώνουν τους αδύναμους, αλλά και στη συνέχεια οι ισχυροί εξουθενώνονται επίσης από την ύβρη και την αλαζονεία τους. Θα μπορούσαν σήμερα τα πράγματα να έχουν αλλάξει, αλλά θα χρειαζόταν γι’αυτό να έχουν αντληθεί τα αναγκαία ιστορικά διδάγματα.

Ενόσω αυτό δεν γίνεται, ο νομός της ιστορίας παραμένει: Ότι οι αυτές αιτίες οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στα αυτά πάντα αποτελέσματα.

Κώστας Βεργόπουλος ειναι Διδάκτωρ οικονομικών επιστημών (Doctorat d’ Etat) του Πανεπιστημίου της Σορβόννης. Καθηγητής πολιτικής οικονομίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού. Επισκέπτης καθηγητής σε Πανεπιστήμια της Βόρειας και Νότιας Αμερικής. Διεθνής εμπειρογνώμων στα Ηνωμένα Έθνη και στην Ευρωπαϊκή Ένωση)