Αποκαλυπτική συνέντευξη του προέδρου του ΣΕΒ στο tvxs.gr και τον Στέλιο Κούλογλου. Ο κ. Δασκαλόπουλος αναφέρεται από το “πλεόνασμα-όνειρο θερινής νυκτός” και την ανάπτυξη που δεν θα επιτευχθεί “με αυθυποβολή” μέχρι την σημερινή πολιτική συγκυρία και τις γερμανικές εκλογές, την δράση των νεοναζί και την θεωρία των δύο άκρων. Απαντά ακόμη στα ερωτήματα για την κρατικοδίαιτη μεταπολεμική αστική τάξη, την κομματοκρατία, το αν οι βιομήχανοι εκμεταλλεύονται την κρίση για να πλουτίσουν καθώς και την πρόσφατη αποχώρηση της ΒΙΟΧΑΛΚΟ από την Ελλάδα. Όλα όσα θα θέλατε να μάθετε για τον ΣΕΒ και την ελληνική βιομηχανία, αλλά δεν είχατε κανένα να ρωτήσετε.

Ads

Η εικόνα που αποδίδουν όλες οι τελευταίες παρεμβάσεις σας δεν φαίνεται να συμβαδίζει με το success story και την άποψη προέδρου και αντιπροέδρου της κυβέρνησης ότι αλλάζουμε σελίδα, η περιπέτεια όπου να’ ναι τελειώνει κλπ.

Προσπάθεια γίνεται, βήματα γίνονται, δεν το αρνούμαι. Αλλά το happy end δεν το διακρίνω ακόμη. Και δεν είμαι υπέρ της προβολής ψευδαισθήσεων σε μια κοινωνία που ξέρει καλά τι βιώνει. Η ανάκαμψη δεν θα έρθει με αυθυποβολή. Η ανάπτυξη θέλει κεφάλαια κι επενδύσεις, προϋποθέτει ανακαίνιση του παραγωγικού ιστού και εκσυγχρονισμό του κράτους, απαιτεί μεταρρυθμιστικά άλματα σε όλους τους τομείς. Θα έχουμε πραγματικά γυρίσει σελίδα όταν ξαναδούμε ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 3%(που είναι το ελάχιστο για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους), και δραστική μείωση της ανεργίας. Όταν ο κόσμος λυτρωθεί από την αγωνία των φόρων και των απλήρωτων λογαριασμών. Μέχρι τότε, απαιτείται εγρήγορση, συνειδητοποίηση των δυσκολιών, ειλικρίνεια στη σχέση με τον πολίτη. Έχουμε πολύ δρόμο ακόμη μπροστά μας. Και τίποτε δεν έχει κριθεί. Λοιπόν, από το πολιτικό μας σύστημα συνολικά περιμένω να μην αντιμετωπίζει τον λαό σαν την Ωραία Κοιμωμένη!

Ούτε φαίνεται να δίνετε τόσο μεγάλη σημασία στη δημιουργία πρωτογενούς πλεονάσματος, ακόμα κι αν αυτό πάψει να είναι προϊόν δημιουργικής λογιστικής.

Ads

Η δημιουργία πλεονάσματος είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να πάμε παραπέρα. Στο ύψος όμως των μεγεθών που συζητείται,  το πρωτογενές αποτέλεσμα  έχει μόνο περιορισμένη ψυχολογική σημασία. Με τις συνθήκες που επικρατούν στην Ελλάδα και διεθνώς, το πλεόνασμα μπορεί να γίνει έλλειμμα και τανάπαλιν μέσα σε λίγες ημέρες – αν όχι ώρες. Το θέμα είναι βαθύτερο και πολυπλοκότερο.

Για να το πω λίγο τεχνικά, επί 5 χρόνια προσπαθούμε να επηρεάσουμε τη σχέση του ελλείμματος προς το ΑΕΠ επεμβαίνοντας αποκλειστικά στον ονομαστή του κλάσματος, δηλ. τα έσοδα μείον τα έξοδα του κράτους, με στόχο τη μείωση του. Και μάλιστα με μεγαλύτερη έμφαση στην αύξηση των εσόδων παρά στη μείωση των εξόδων.Δυστυχώς, με τις πολιτικές που ακολουθούμε,  μειώνεται ταυτόχρονα και ο παρανομαστής –δηλαδή η παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών— οπότε η επίτευξη του στόχου αποτελεί όνειρο θερινής νυχτός. Δεν κάνουμε τίποτε για να επιτύχουμε αύξηση του παρανομαστή. Αν το πρωτογενές πλεόνασμα ήταν αποτέλεσμα της αύξησης του ΑΕΠ, τότε σαφώς και θα το θεωρούσα δομική και μόνιμη επιτυχία.

Το θέμα είναι ότι οι ίδιοι άνθρωποι που στην Ελλάδα δημιούργησαν το πρόβλημα, καλούνται τώρα να το επιλύσουν.

Είναι γεγονός. Τα κόμματα εξουσίας της μεταπολίτευσης αντιμετώπισαν την ανάγκη της αλλαγής με πολιτική απροθυμία, διαχειριστική ανεπάρκεια και εγγενείς πελατειακές αναστολές. Το αποτέλεσμα ήταν να καρκινοβατούν οι μεταρρυθμίσεις και να καλπάζει η λιτότητα. Εξαντλήθηκαν έτσι, και η υπομονή των ευρωπαίων και οι αντοχές των ελλήνων πολιτών. Αυτό πληρώνουμε σήμερα.Τρέχουμε να προλάβουμε τις γερμανικές προθεσμίες και τα τελεσίγραφα της τρόικας. Φυσικό είναι ό,τι γίνεται να γίνεται σπασμωδικά. Άλλωστε μια εθνική στρατηγική αντιμετώπισης της κρίσης δεν προτάθηκε από κανέναν, όλα τούτα τα πέτρινα χρόνια. Οι μεν λειτούργησαν ως απρόθυμοι λογιστές των μνημονίων, οι δε περιορίστηκαν στο ρόλο του λαϊκού εισαγγελέα. Ούτε οι πολιτικές δυνάμεις ούτε η κοινωνία έδειξαν πραγματική διάθεση ν’ αντιπαλέψουν την κρίση με κίνητρο τον ευρωπαϊκό εκσυγχρονισμό του τόπου.

Στην κοινωνία εξακολουθεί να κυριαρχεί η εντύπωση πως οι βιομήχανοι κερδίζουν απ’ την κρίση. Ότι έχουν επωφεληθεί από τα μέτρα λιτότητας και ότι ο ΣΕΒ έχει υποστηρίξει τα μνημόνια.

Η κοινωνία είναι παραπληροφορημένη. Η βιομηχανία έχει γονατίσει από την κρίση, και αγωνίζεται να σωθεί για να διασωθούν οι θέσεις εργασίας και το κοινωνικό μέρισμα που αντιπροσωπεύει. Η λιτότητα πλήττει το παραγωγικό κεφάλαιο όπως πλήττει και την υπόλοιπη κοινωνία. Σε σχέση δε με τα μνημόνια, επιδοκιμάσαμε τις μεταρρυθμίσεις και τις θεσμικές αλλαγές που προέβλεπαν, στο βαθμό που αντιστοιχούσαν σε πάγιες θέσεις του ΣΕΒ. Αν όμως μνημόνιο σημαίνει μόνο περικοπές,  φόρους  λιτότητα, σας λέω ότι το κεφάλαιο που εκπροσωπεί ο ΣΕΒ υπήρξε—το έχω ξαναπεί— η πρώτη αντιμνημονιακή φωνή. 

Ήδη από τον Ιούνιο του 2010, επισημάναμε  δημόσια τα προβλήματα της συνταγής της εσωτερικής υποτίμησης, που ακολουθεί η τρόικα.  Τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς παραδώσαμε πολυσέλιδο υπόμνημα στους ιθύνοντες των Βρυξελλών και στην κυβέρνηση.  Επισημαίναμε ότι η βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή θα δημιουργούσε μεγάλα κοινωνικά προβλήματα και θα υπονόμευε κάθε προοπτική ανάπτυξης.  Ζητούσαμε μεγαλύτερο περιθώριο για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων και, παράλληλα, μεγαλύτερη έμφαση στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, στις θεσμικές αλλαγές που έτσι κι αλλιώς είχε ανάγκη η χώρα μας.  Οι Βρυξέλλες εκώφευσαν, και το πολιτικό μας σύστημα έκανε τα δικά του. Δεν έχω πάψει ωστόσο να τονίζω την ανάγκη μιας άλλης πολιτικής, μιας άλλης συνταγής—και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Ωστόσο η θριαμβευτική επανεκλογή της Μέρκελ στη Γερμανία ενισχύει τη συνέχιση της ίδιας πολιτικής, που διευρύνει τις ανισότητες μέσα στην ίδια την Ε.Ε.

Αυτές οι ακραίες ανισότητες δυσκολεύουν, ακόμα και υπονομεύουν, την ευρωπαϊκή πορεία. Τα κράτη-μέλη το γνωρίζουν πολύ καλά. Δεν μπορούν όμως να συμφωνήσουν ως προς τη διαδικασία σύγκλισης. Πριν ξεσπάσει η παγκόσμια οικονομική κρίση, η Ευρώπη πίστευε ότι η χρήση των ευρωπαϊκών πόρων –μεταβιβάσεων, επιχορηγήσεων, επιδοτήσεων—μπορούσε να φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Η προσδοκία δεν επαληθεύτηκε. Αντίθετα. Η κρίση διόγκωσε το πρόβλημα.

Σήμερα, η γερμανική οικονομική ορθοδοξία απαιτεί από τις λιγότερο ανταγωνιστικές χώρες να καταβάλουν στο ακέραιο το κόστος της προσπάθειας προσαρμογής—χωρίς να ενδιαφέρεται για τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες. Είναι μία κοντόφθαλμη πολιτική. Αν δεν αλλάξει, αν δεν υιοθετηθεί η βασική αρχή πώς και οι δύο πλευρές οφείλουν να προσαρμοστούν—ο Βορράς πρέπει να γίνει πιο γενναιόδωρος, ο Νότος πρέπει να γίνει πιο ανταγωνιστικός—τότε πολύ φοβούμαι για το ευρωπαϊκό μέλλον.

Δεν βρήκαν ωστόσο κάποιες επιχειρήσεις ευκαιρία να απολύσουν ή να κατεβάσουν τους μισθούς; Δεν είδαν φως κι ανέβηκαν, σύμφωνα με την έκφραση μιας πρώην υπουργού σε παραγωγικό υπουργείο; Μου έλεγε ότι η τρόικα δεχόταν από τέτοιους κύκλους προτάσεις για ανάλογα μέτρα…

Αυτή η ιστορία με κάποιους κουκουλοφόρους που περνούσαν μηνύματα στην τρόικα είναι αστεία και υποβολιμιαία. Λες και ήρθαν κάποιοι τυφλοί που χρειάζονταν τον προδότη για να τους δείξει τη σπηλιά με τα κρυμμένα μυστικά.

Οι άνθρωποι της τρόικας είναι εξειδικευμένοι επαγγελματίες που ξέρουν αν μη τι άλλο να διαβάζουν—είναι δημόσια έγγραφα—τις εργατικές νομοθεσίες των ευρωπαϊκών χωρών και να τις συγκρίνουν μεταξύ τους. Αυτό έκαναν κι εδώ. Μεμονωμένοι επιχειρηματίες που να ήρθαν σε επαφή με την τρόικα μπορεί να υπήρξαν, χωρίς ιδιαίτερη επιρροή.

Ο ΣΕΒ πάντως, ό,τι είχε να πει στην τρόικα και στο ΔΝΤ, το έλεγε δημόσια και ξεκάθαρα, και συχνά εκφράσαμε τη διαφωνία μας. Ακόμα και στα εργασιακά, ασκήσαμε κριτική στη σπουδή της τρόικας να επιβάλει σαρωτικές αλλαγές. Είχαμε καθοριστική συμβολή στη διατήρηση του 13ου και 14ου μισθού. Αντισταθήκαμε στη μείωση του κατώτατου μισθού. Και στηρίξαμε τον θεσμό των συλλογικών διαπραγματεύσεων όχι στα λόγια, στην πράξη: αν κάπου παραμένει ζωντανός ο θεσμός των συμβάσεων με συνεννόηση επιχείρησης και εργαζομένων, είναι στις σύγχρονες οργανωμένες επιχειρήσεις-μέλη του ΣΕΒ. Κι αυτό το ξέρει καλά ο κόσμος που δουλεύει ή ψάχνει για δουλειά, κι ας μην το παραδέχεται στον δημόσιο λόγο της η ΓΣΕΕ, κι ας το αρνείται η στερεότυπη ρητορεία του ΚΚΕ.

Ερευνητές οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι ένα από τα πρώτα μέτρα για την επανεκκίνηση της οικονομίας θα ήταν η άμεση αύξηση του κατώτατου μισθού από 586 στα 751 ευρώ, με την κατάργηση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου του Φεβρουαρίου 2012. Θα συμφωνούσε ο ΣΕΒ με ένα τέτοιο μέτρο;

Πιο συνετό θα ήταν να συνδυάσουμε τη σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού με την ευρύτερη ανάκαμψη της οικονομίας—αν θέλουμε να μην εξανεμιστεί από άλλους παράγοντες, όπως λ.χ. μια επιτάχυνση του πληθωρισμού. Και κυρίως αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε τη μάστιγα της ανεργίας και να ξαναβρούμε δουλειές για το σχεδόν 1,5 εκατομμύριο ανθρώπους που είναι άνεργοι.

Πολύ συχνά μιλάμε ξεχνώντας ότι ο κατώτατος μισθός για τον άνεργο είναι 0 ευρώ! Κατά τα άλλα,  ο ΣΕΒ ουδέποτε προέταξε το θέμα του κατώτατου μισθού. Πολύ βασικότερο πρόβλημα είχαν και έχουν οι επιχειρήσεις με τον κρατικό παρεμβατισμό, τα γραφειοκρατικά εμπόδια, το κόστος ενέργειας, την υπερφορολόγηση, το έλλειμμα ρευστότητας, το συνολικά αντιεπιχειρηματικό περιβάλλον. Θα πρόσθετα μάλιστα ότι, ειδικά για τον ΣΕΒ, η συζήτηση περί κατώτατου μισθού έχει περισσότερο θεωρητικό νόημα. Στις επιχειρήσεις-μέλη μας ο μέσος όρος αμοιβών είναι πολύ υψηλότερος από τα κατώτατα όρια, και περιπτώσεις μείωσης κατώτατου μισθού από 751 σε 586 ευρώ όπως προβλέπει ο νόμος, πρακτικά δεν έχουν υπάρξει.

Γιατί δεν προτείνετε εσείς, ως ΣΕΒ, ένα εθνικό σχέδιο εξόδου από την κρίση;

Μα, το έχουμε κάνει! Ο ΣΕΒ είναι ο μόνος φορέας που έχει καταθέσει ένα ολοκληρωμένο, καθαρά ελληνικό σχέδιο εξόδου. Το 2011 παρουσιάσαμε τη μελέτη McKinsey με τον τίτλο «Η Ελλάδα 10 χρόνια μπροστά». Είναι ένας πληρέστατος οδικός χάρτης για να ξανασυναντηθούμε με την ανάπτυξη—με σαφείς διαγνώσεις και πολύ συγκεκριμένες προτάσεις, ιεραρχημένες κατά προτεραιότητα και κατά κλάδο. Δεν έχει ξαναϋπάρξει μελέτη τέτοιου εύρους και βάθους για τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας. Έγινε παρουσίασή της στις πολιτικές ηγεσίες, δόθηκε προς διάλογο στους κοινωνικούς εταίρους και τους παραγωγικούς φορείς, οργανώθηκαν εκδηλώσεις ευρύτερης δημοσιοποίησής της.

Αλλά προφανώς θεωρήθηκε εξ ορισμού ύποπτη διότι προερχόταν από το…κεφάλαιο. Ορισμένα υπουργεία και μερικοί δημόσιοι οργανισμοί υιοθέτησαν αποσπασματικά κάποιες από τις προτάσεις που τους αφορούσαν, αλλά το κρίσιμο υπουργείο των Οικονομικών εκώφευσε.Ο νυν υπουργός προτίμησε να αναθέσει, πριν από ένα σχεδόν χρόνο, στο ΚΕΠΕ και το ΙΟΒΕ μια μελέτη με το ίδιο ακριβώς αντικείμενο, η οποία…μελετάται ακόμη. Φαντάζομαι ότι την έχει ξεχάσει και ο ίδιος.  

Γιατί η ελληνική αστική τάξη ήταν τις τελευταίες δεκαετίες απόλυτα προσκολλημένη στο κράτος; Πολλοί υποστηρίζουν ότι μια από τις πηγές της ελληνικής κακοδαιμονίας είναι η έλλειψη εθνικής αστικής τάξης… 

Και δεν έχουν άδικο. Μια αστική τάξη με διευθυντική ευθύνη και κοινωνική συνείδηση δεν θα είχε αφήσει τον τόπο στα χέρια μιας ασύδοτης κομματοκρατίας, με τα αποτελέσματα που όλοι βιώνουμε. Αλλά, βλέπετε, η μεταπολεμική κοινωνία μας συγκροτήθηκε υπό κρατική πατρωνία. Το κομματικό κράτος, πανταχού παρόν και τα πανθ’ ορών, δημιούργησε μια κρατικοδίαιτη οικονομία κι ένα κρατικοδίαιτο κατεστημένο που συναλλασσόταν με τις κυβερνήσεις και γιγαντώθηκε τα τελευταία 30 χρόνια με τις νομοθετημένες προστασίες επαγγελμάτων, τους νόμους που εξασφάλιζαν προσόδους, τους φουσκωμένους προϋπολογισμούς των μεγάλων έργων, τις κοινοτικές επιδοτήσεις και τη χρηματοοικονομική και χρηματιστηριακή φούσκα.

Επόμενο ήταν η διαπλεκόμενη αυτή πολιτική και επαγγελματο-οικονομική ολιγαρχία να επιδείξει αδιαφορία απέναντι στις ανάγκες πραγματικού εκσυγχρονισμού της χώρας. Το πελατειακό θερμοκήπιο του μεταπολιτευτικού κράτους ήταν το φυσικό της περιβάλλον. Η ποικιλώνυμη αντίσταση των μελών και φερεφώνων της στη δομική πρόκληση της κρίσης δεν συνιστά παρά αυτοάμυνα. Αυτοάμυνα για την περιφρούρηση των συμφερόντων τους από την απειλή της αλλαγής.

Πρόσφατα αποκηρύξατε το «δόγμα Μποδοσάκη», που ήθελε το κεφάλαιο προσκολλημένο στην εκάστοτε εξουσία, και διατυπώσατε το νέο «δόγμα Δασκαλόπουλου». Μήπως πρόκειται για σχέδιο επιβολής της πλουτοκρατίας τώρα που καταρρέει η κομματοκρατία;

Αυτό το «δόγμα Δασκαλόπουλου», όπως το αποκαλέσατε, θέλει μια σύγχρονη επιχειρηματική τάξη, αυτονομημένη από το κράτος, κοινωνικά συνειδητή,  ανοιχτή στον διάλογο με όλες τις πολιτικές δυνάμεις και στην επαφή με το σύνολο της κοινωνίας. Εκ των πραγμάτων, ναι, είναι μια τάξη που διεκδικεί πολιτική συνευθύνη. Αλλά, όχι, δεν προσβλέπω σε…πλουτοκρατικό ιμπεριαλισμό!

Εκείνο που λέω είναι ότι το κομματοκρατούμενο κράτος ναυάγησε στις αμαρτίες του. Αν θέλουμε οικονομική ανασυγκρότηση, ανάπτυξη, εκσυγχρονισμό, χρειαζόμαστε μια ιθύνουσα επιχειρηματική τάξη άλλων προδιαγραφών για να σηκώσει το βάρος της παραγωγικής μας ανάταξης. Κι αναφέρομαι στη δύναμη αιχμής που αποτελούν οι σύγχρονες, οργανωμένες επιχειρήσεις, που αποτελεσματικά—μέσα από την κοινή δράση πολλών ανθρώπων—παράγουν απασχόληση και πλούτο για την κοινωνία, χωρίς εξαρτήσεις ή διαπλοκές με το κράτος.  Αυτές είναι πλέον οι δυνάμεις εμπροσθοφυλακής που μπορούν να ανορθώσουν την οικονομία μας—και να αλλάξουν την κοινωνία μας.

Έχετε ζητήσει αλλαγές, να αναφέρω π.χ. το κόστος ενέργειας των παραγωγικών επιχειρήσεων που είναι δυσβάστακτο για τις ελληνικές βιομηχανίες. Είδαμε πρόσφατα τι έγινε με τη ΒΙΟΧΑΛΚΟ. Έχετε πάρει υποσχέσεις που ως συνήθως δεν εκπληρώθηκαν;

Kρούουμε από τις αρχές του έτους τον κώδωνα του κινδύνου. Προειδοποιήσαμε, ειδικά σε σχέση με το πρόβλημα του κόστους ενέργειας, ότι η ελληνική βιομηχανία βρίσκεται σε οριακό σημείο, δίνει την ύστατη μάχη της για να κρατηθεί όρθια και να κρατήσει όρθια την οικονομία. Χωρίς βιομηχανική βάση, κάθε προοπτική ανάπτυξης θα έχει γυάλινα πόδια.

Η μετοίκηση της ΒΙΟΧΑΛΚΟ ανέδειξε ένα πρόβλημα που το έχουμε επανειλημμένα θέσει στον ίδιο τον πρωθυπουργό και στους αρμόδιους υπουργούς. Λάβαμε υποσχέσεις, και ξανά υποσχέσεις. Ελπίζουμε τώρα το πρόβλημα να τους έγινε συνείδηση, και να δούμε κάποια λύση. Αλλιώς, θα δούμε να απαξιώνονται επενδύσεις δισεκατομμυρίων και να απειλούνται δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας—μια πολυτέλεια που δεν έχει ο τόπος.

Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια μεγάλες παραγωγικές επιχειρήσεις, συχνά με εξαγωγές και διεθνές προφίλ, αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα. Δημιουργείται η υποψία ότι κάποιοι από τους ξένους δανειστές θέλουν να φέρουν τις επιχειρήσεις στα γόνατα, είτε για να βοηθήσουν τις αντίστοιχες δικές τους ή για να διευκολύνουν την εξαγορά των εγχώριων σε χαμηλές τιμές.

Όλες οι ελληνικές επιχειρήσεις, μικρές και μεγάλες, εξωστρεφείς και εσωστρεφείς,  καλούνται να επιζήσουν σε ένα περιβάλλον που τείνει να γίνει αβίωτο. Ο συνδυασμός της μειωμένης ζήτησης και της υψηλής φορολόγησης, της έλλειψης χρηματοδότησης και της υπερβολικής νομοθέτησης που παράγει κρατικό παρεμβατισμό, αδιαφάνεια και γραφειοκρατία, θα κάνει όλες τις επιχειρήσεις αργά ή γρήγορα να γονατίσουν. Αυτό όμως δεν σημαίνει και ότι υπάρχει σχέδιο σκόπιμης απαξίωσης της ελληνικής παραγωγής ώστε να πουληθεί σε χαμηλή τιμή. Έχει αποδειχθεί πως κάτι τέτοιο δεν αποτελεί καλή επιχειρηματική πρακτική. Το τελικό κόστος στον αγοραστή θα είναι μικρότερο αν πάρει μία υγιή μονάδα, παρά μία αρρωστημένη.

Μιλούσα με τον ομόλογό σας πρώην πρόεδρο του Συνδέσμου Γερμανών Βιομηχάνων, που προτρέπει την Ελλάδα να αποχωρήσει από το ευρώ. Έχετε δηλώσει ότι μια τέτοια εξέλιξη θα ήταν καταστροφική.

Ναι,  η επιστροφή στη δραχμή θα επέφερε πολύ τραγικότερη πτώση του βιοτικού επιπέδου από αυτήν που βιώνουμε σήμερα.  Θα κατρακυλούσαμε από τη μια μέρα στην άλλη μερικές δεκαετίες πίσω, χάνοντας ταυτόχρονα αυτό που εγώ προσωπικά θεωρώ το μεγαλύτερο εθνικό κεκτημένο της μεταπολίτευσης—την ένταξη στην ευρωζώνη. Η βαλκανιοποίηση της Ελλάδας θα ήταν οριστική. Αυτό μπορεί να μην ενοχλεί τον Γερμανό πρώην ομόλογό μου, αλλά δεν είναι εκείνος που θα υφίστατο τις συνέπειες μιας έξωσής μας από το ευρώ! Δεν είναι άλλωστε η πρώτη ατυχής δήλωση που έχει κάνει σε σχέση με τη χώρα μας…

Η συγχαρητήρια επιστολή σας στον Αλ. Τσίπρα μετά το τέλος του Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ προκάλεσε εντύπωση. Κάποιες στιγμές δείχνετε να πιστεύετε ότι μπορεί να τα καταφέρει καλύτερα από τους σημερινούς.

Επ’ αυτού, σημασία δεν έχει τι πιστεύω εγώ. Σημασία έχει τι πιστεύει ο ελληνικός λαός. Η δημοκρατία μας δεν είναι αλά καρτ, ούτε η λαϊκή ετυμηγορία τελεί υπό περιορισμό. Από κει και πέρα, όποιον κι αν επιλέξει ο λαός, ισχύει το «αρχή άνδρα δείκνυσι».

Ανησυχείτε αλήθεια με το κλίμα των ημερών; Αισθάνεστε ότι η δημοκρατία απειλείται, κι αν ναι πώς πρέπει να αμυνθεί;

Στον τόπο μας κάνουμε μείζονα θέματα τα αυτονόητα, για λόγους πολιτικής ιδιοτέλειας και ψηφοθηρικής σκοπιμότητας. Τι είναι αυτονόητο; Ότι όσοι μαχαιρώνουν αντιφρονούντες ή αλλόφυλους, καίνε ανθρώπους και περιουσίες διαδηλώνοντας ή σκοτώνουν αστυνομικούς, πρέπει να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο από τη δικαιοσύνη και τη συντεταγμένη πολιτεία. Όποιος εγκληματεί καθ’οιονδήποτε τρόπο, πρέπει να λογοδοτεί.

Η πολιτική αξιολόγηση της βίας δημιουργεί τελικά καθολική ανοχή στη βία. Αλλά αυτά είναι φαινόμενα αντιμετωπίσιμα σε ένα υγιές σύστημα. Μια δημοκρατία απειλείται πραγματικά όταν παροπλίζεται πολιτικά και ηθικά. Όταν απαξιώνεται στη συνείδηση των πολιτών της. Όταν δεν έχει να αντιτάξει αξιακά αντισώματα. Η δημοκρατία λειτουργεί σωστά όταν είναι αυτοάνοση. Τότε δεν έχει να φοβηθεί κανέναν!

Με τη θεωρία των δύο άκρων που βγάζει τον ΣΥΡΙΖΑ εκτός συνταγματικού τόξου, συμφωνείτε;

Τη βρίσκω κατ’αρχήν κάπως παράδοξη. Πώς μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να χαρακτηρίζεται άκρο, απ’ τη στιγμή που η λαϊκή ετυμηγορία τού έχει δώσει κεντρικό ρόλο στην πολιτική σκηνή; Πώς μπορεί να είναι εκτός συνταγματικού τόξου ένα κόμμα που ασκεί τον συνταγματικά καίριο ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης; Επιπλέον όμως, τη βρίσκω και επικίνδυνη. Έχει μια εμφυλιοπολεμική χροιά, υποδηλώνει μια αντίληψη μονοκομματικής δημοκρατίας που είναι ευθέως αντιδημοκρατική.

Το λεγόμενο συνταγματικό τόξο περιλαμβάνει κάθε ελεύθερη έκφανση της λαϊκής βούλησης, μέσα στο αυτονόητη πλαίσιο της πολιτειακής νομιμότητας, του σεβασμού του ισχύοντος θεσμικού και νομοθετικού πλαισίου. Νοοτροπίες που αρνούνται στον κομματικό αντίπαλο δικαιώματα που του έχει δώσει ο λαός, είναι νοσηρές και βλάπτουν σοβαρά την πολιτική ομαλότητα.