Παρά την τεράστια τεχνολογική της ανάπτυξη, η Ιαπωνία χρειάστηκε τη βοήθεια ρομπότ που πρόσφεραν οι ΗΠΑ και η Βρετανία για να ελέγξουν τα κτίρια των αντιδραστήρων της Φουκουσίμα, που καταστράφηκαν από τον σεισμό της 11 Μαρτίου στη χώρα.

Ads

Τα αμερικανικά και βρετανικά ρομπότ έπιασαν για πρώτη φορά δουλειά την Κυριακή. Συγκεριμένα, το τηλεχειριζόμενο ρομπότ PackBot της αμερικανικής iRobot κατάφερε να ανοίξει μια διπλή πόρτα και να προχωρήσει 40 μέτρα στο κτίριο του αντιδραστήρα 1. Στην προσπάθεια να εισέλθει και στο κτίριο του αντιδραστήρα 3, εμποδίστηκε από τα χαλάσματα που είχαν δημιουργήσει οι εκρήξεις υδρογόνου. Το PackBot προχώρησε τη Δευτέρα στη μέτρηση της ραδιενέργειας και στο κτίριο του αντιδραστήρα 3.

Παρά το γεγονός ότι τα ερπυστριοφόρα συστήματα της iRobot, η οποία αναπτύσσει και ρομπότ για στρατιωτική χρήση, είχαν φτάσει στην Ιαπωνία από τα τέλη Μαρτίου, δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν πριν εκπαιδευτούν οι Ιάπωνες χειριστές.

Σειρά έχουν τώρα τα συστήματα που προσέφερε η βρετανική εταιρεία αμυντικής τεχνολογίας QinetiQ, το κιτ Appliqué, το οποίο μετατρέπει οποιονδήποτε μικρό εκσκαφέα σε τηλεχειριζόμενο ρομπότ, καθώς και τα ρομπότ Talon και Dragon Runner.

Ads

Σύμφωνα με Ιάπωνες ειδικούς, η Ιαπωνία, παρότι πρωτοπορεί στην τεχνολογία των οικιακών και βιομηχανικών ρομπότ, δεν αναπτύσσει συστήματα στρατιωτικού τύπου.

Τα ρομπότ πάντως που εισήλθαν τη Δευτέρα στους αντιδραστήρες μέτρησαν υψηλά επίπεδα ραδιενέργειας σε όλους τους χώρους που έλεγξαν. Στον αντιδραστήρα 1 οι μετρήσεις έφταναν τα 49 millisieverts ανά ώρα και στον αντιδραστήρα 3 τα 57 millisieverts.

Αν λάβουμε υπόψη ότι για τους εργάτες της Φουκουσίμα υπερδιπλασιάστηκε από την αρχή της κρίσης στα 250 millisieverts συνολικής έκθεσης, αν ένας εργάτης εισερχόταν στο κτίριο του αντιδραστήρα 1 θα μπορούσε να παραμείνει εκεί μόνο για 5 ώρες και να μην επιστρέψει ποτέ. Τα πρώτα συμπτώματα από την έκθεση σε ραδιενέργειας -ναυτία και έμετος- εμφανίζονται