Κατά μέσο όρο 2.000 άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους από τροχαία ατυχήματα ετησίως στην Ελλάδα, 4.000 τραυματίζονται βαριά και 30.000 ελαφρά. Από τους νεκρούς και τους τραυματίες το 1/3 είναι παιδιά. Εκτός, όμως, από τους θανάτους πολλοί από τους τραυματίες μένουν ανάπηροι και μάλιστα σε μικρή ηλικία.

Ads

Με αφορμή τη χθεσινή Παγκόσμια Μέρα Μνήμης Θυμάτων Τροχαίων Ατυχημάτων, η Πρωτοβουλία «Να σταματήσουμε τα τροχαία εγκλήματα» οργάνωσε στο Σύνταγμα συγκέντρωση-ενημέρωση ευαισθητοποίησης. «Κάθε ημέρα έξι άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους στην άσφαλτο. Άδικα. Βίαια. Τραγικά. Αύριο μπορεί να είναι το παιδί σου, η μητέρα σου, ο αδελφός σου, η φίλη σου, εσύ… Τα τροχαία είναι εγκλήματα που μπορούν να αποτραπούν. Ας κάνουμε το πρώτο βήμα μαζί. Να θυμηθούμε τα θύματα. Να σταματήσουμε τη σιωπή. Να σταματήσουμε τα τροχαία εγκλήματα», ήταν το βασικό σύνθημα.

Οι θάνατοι από τροχαία στην Ελλάδα είναι σχεδόν δύο φορές συχνότεροι απ’ ότι παγκοσμίως. Η χώρα μας μετρά 130 θύματα ανά εκατομμύριο κατοίκων, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 69 θύματα ανά εκατομμύριο κατοίκων. Σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας 1.300.000 άνθρωποι πέθαναν το 2009 από τροχαία. Τη δεκαετία 2001 – 2010 η Ευρωπαϊκή Ένωση έθεσε ως στόχο τη μείωση των θανάτων από τροχαία κατά 50%, χωρίς όμως κάποιο δεσμευτικό μέτρο. Σύμφωνα με στοιχεία που κατέθεσαν οι χώρες, στη διάρκεια των 10 χρόνων τα τροχαία δυστυχήματα μειώθηκαν κατά μέσο όρο 36% στα κράτη-μέλη. Όμως στην Ελλάδα η μείωση ανήλθε σε 23%. Οι θάνατοι μειώθηκαν από 172 ανά εκατομμύριο κατοίκων σε 130 ανά εκατομμύριο κατοίκων. Παρόλα αυτά παραμένουμε η χώρα με τον υψηλότερο αριθμό θυμάτων.

Ο γιατρός Γιώργος Κουβίδης, μέλος της Πρωτοβουλίας, που έχασε το παιδί του από οδηγό αυτοκινήτου που έτρεχε με ταχύτητα 120 χλμ. την ώρα, βράδυ στο κέντρο της Αθήνας, δηλώνει στο Αθηναϊκό Πρακτορείο πως «δεν υπάρχει μόνιμη, διαχρονική και συστηματική πολιτική στο ζήτημα της οδικής ασφάλειας. Το 2000 η ελληνική κυβέρνηση, σε συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, χαρακτήρισε την επιθετική οδήγηση ως πρώτη αιτία πρόκλησης τροχαίων. Όμως, η κρίση αυτή δεν συνοδεύτηκε από κανένα μέτρο».

Ads

«Για τη Δικαιοσύνη όλα τα τροχαία δικάζονται ως φόνοι εξ αμέλειας και ατυχήματα. Θεωρείται αυτονόητο στην Ελλάδα, όταν σκοτώσεις, να μην σου αφαιρεθεί το δίπλωμα». Αντιθέτως «στην Κύπρο έχει καταργηθεί ο όρος τροχαίο ατύχημα. Μιλάνε μόνο για συμβάν ή δυστύχημα. Έχουν γίνει αλλαγές στον ποινικό κώδικα και ανά περίπτωση μπορεί να υπάρξουν σοβαρές ποινές. Συγχρόνως, έχει ξεκινήσει καμπάνια από μεικτά συνεργεία αστυνομίας και μηχανικών του υπουργείου Συγκοινωνιών που κατάσχουν τα οχήματα στα οποία έχει γίνει παράνομη αλλαγή μηχανής για να αυξηθεί ο κυβισμός τους. Εδώ βρίθουμε από τέτοια συνεργεία και δεν λαμβάνεται κανένα μέτρο».

«Οι δρόμοι έχουν εγκαταλειφθεί στους οδηγούς, στους οποίους η ατιμωρησία έχει δημιουργήσει μια αίσθηση ασυδοσίας ότι μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν. Προσδιορισμός των ορίων ταχύτητας με βάση τις σύγχρονες μελέτες δεν υπάρχει. Αυτές για παράδειγμα λένε ότι σε μια πυκνοκατοικημένη περιοχή το όριο πρέπει να είναι 30 χλμ. Παράλληλα υπάρχουν εκκρεμή θέματα όπως οι παράνομες διαφημιστικές πινακίδες, η χρήση του κινητού, προσθέστε και την αύξηση της επιθετικότητας των ανθρώπων στους δρόμους».

Παράλληλα, «παρότι πρόκειται για μαζικό φαινόμενο θανάτων και τραυματισμών δεν έχει υπάρξει καμία κρατική δομή ψυχολογικής στήριξης για τις οικογένειες των θυμάτων. Πρέπει να υπάρξει ριζική ανατροπή της ιεραρχίας στην κυκλοφορία» καταλήγει ο κ. Κουβίδης. «Πρέπει να γίνει συνείδηση των οδηγών ότι προτεραιότητα έχουν ο πεζός, ο ποδηλάτης, η μητέρα με το καροτσάκι, ο ηλικιωμένος, ο ανάπηρος. Στο εξωτερικό η άποψη αυτή έχει διαπεράσει την αντίληψη του κόσμου. Εδώ…».

Με την εφαρμογή του ευρωπαϊκού προγράμματος τα θύματα στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 23%. Ωστόσο, στη Λετονία μειώθηκαν κατά 54%, στην Ισπανία κατά 53%, στην Εσθονία και την Πορτογαλία κατά 50%. Η Γερμανία μείωσε τους θανάτους κατά 40% και η Σουηδία κατά 39%.